Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξέπεμψα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
eˈkse.pem.psa
/
ⓘ
ήχος
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
εξέπεμψα
α' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
εκπέμπω