Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξάψεως
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
Επεξεργασία
εξάψεως
θηλυκό
(
λόγιο
)
έξαψη
, στη
γενική
του
ενικού
εναλλακτικά:
έξαψης