Ετυμολογία

επεξεργασία
εμπριμέ < (λόγιο δάνειο) γαλλική imprimé[1]

  Επίθετο

επεξεργασία

εμπριμέ άκλιτο

  • (για ύφασμα ή ρούχο) που είναι διακοσμημένο με πολύχρωμα σχέδια, συνήθως λουλουδιών

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

εμπριμέ ουδέτερο άκλιτο

  • ύφασμα ή ρούχο διακοσμημένο με πολύχρωμα σχέδια, συνήθως λουλουδιών

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία