Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

εμπέσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εμπίπτω
  2. θα εμπέσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εμπίπτω