εκποδών
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εκποδών < αρχαία ελληνική ἐκποδών < ἐκ ποδῶν
Προφορά
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαεκποδών
- (κυριολεκτικά) έξω από τα πόδια, μακριά από τους άλλους
Εκφράσεις
επεξεργασία- θέτω εκποδών: απομακρύνω, απαλλάσσομαι από κάποιον / κάτι
Μεταφράσεις
επεξεργασία εκποδών
|