Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

εκμυστηρευτούν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εκμυστηρεύομαι
  2. θα εκμυστηρευτούν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εκμυστηρεύομαι