Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

εισέλθω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εισέρχομαι
  2. θα εισέλθω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εισέρχομαι