Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εθνογραφικώς < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα ἐθνογραφικῶς

  Επίρρημα επεξεργασία

εθνογραφικώς

  Πηγές επεξεργασία