δόρυ παλτόν
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- δόρυ παλτόν
→ δείτε τη λέξη παλτόν
Έκφραση
επεξεργασίαδόρυ παλτόν ουδέτερο
- (οπλισμός) το δόρυ με το οποίο πλήττεται στόχος από μεγάλη απόσταση
- το ελαφρύ δόρυ, το ακόντιο, που χρησιμοποιούσαν οι ακοντιστές