Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δυσφήμησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
δυσφήμησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
δυσφημώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
δυσφημώ