Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

δυσοιώνως < δυσοίων(ος)- + -ως

  Επίρρημα επεξεργασία

δυσοιώνως

  Πηγές επεξεργασία