Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

διολισθήσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος διολισθαίνω
  2. θα διολισθήσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος διολισθαίνω