διηγήσω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαδιηγήσω
- (ελληνιστική κοινή) α΄ πρόσωπο ενικού ελληνιστικού ενεργητικού μέλλοντος του 3ου αιώνα για το αποθετικό αρχαίο ρήμα διηγέομαι / διηγοῦμαι
Δείτε επίσης
επεξεργασίαάλλοι ενεργητικοί τύποι του διηγούμαι
- (μεσαιωνικά ελληνικά) διηγῶ
- (μεσαιωνικά & νέα ελληνικά) διηγώντας
Πηγές
επεξεργασία- δείτε DGE στο διηγέομαι - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- PStras.233.4: Schwartz, J. et al., Papyrus grecs de la Bibliothèque Nationale et Universitaire de Strasbourg, Στρασβούργο: 1963-87 (αριθμοί 169-860, στα γαλλικά).