Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

διασαφηνίσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος διασαφηνίζω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος διασαφηνίζω
  3. θα διασαφηνίσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος διασαφηνίζω