δεύτερο χέρι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- δεύτερο χέρι < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση
επεξεργασίαδεύτερο χέρι
- για εμπόρευμα που έχει ήδη χρησιμοποιηθεί, είναι μεταχειρισμένο
- υπάρχουν στην αγορά πιάνα από δεύτερο χέρι σε πολύ καλή κατάσταση