δαπανήσουμε
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
δαπανήσουμε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος δαπανώ
- θα δαπανήσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος δαπανώ
δαπανήσουμε