Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Αριθμητικό επεξεργασία

δέκατος έβδομος αρσενικό, δέκατη έβδομη θηλυκό, δέκατο έβδομο ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία