Ετυμολογία

επεξεργασία
γωνιόφυλλος < γωνία και φύλλον

  Επίθετο

επεξεργασία

γωνιόφυλλος, ος, ον

  • φυτό με γωνιώδη φύλλα, με φύλλα που σχηματίζουν γωνίες