γκιογκιό
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γκιογκιό < γιογιό με … < • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαγκιογκιό ουδέτερο άκλιτο
- άλλη μορφή του γιογιό, καθοικάκι
- ※ ..να εκπαιδεύονται τα μωρά στη χρήση γκιογκιό (Αν ο Αδόλφος είχε φορέσει Πάμπερς…, TA NEA, 21 Αυγούστου 1999).
Μεταφράσεις
επεξεργασία γκιογκιό
|