γιαβρούμ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γιαβρούμ : (άμεσο δάνειο) τουρκική yavrum > yavru (μωρό, νήπιο)
Επιφώνημα
επεξεργασίαγιαβρούμ
- (προσφώνηση) μωρό μου, (ως θωπευτική προσφώνηση) σε προσφιλές πρόσωπο, κατ΄ επέκταση αγάπη μου