Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γεώλοφος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
γεώλοφος
<
γῆ
και
λόφος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γεώλοφος
αρσενικό
( &
γήλοφος
)
λοφίσκος από χώμα