Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γαλατική ευγένεια < → δείτε τις λέξεις γαλατικός και ευγένεια

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

γαλατική ευγένεια θηλυκό

  1. η χαρακτηριστική ευγένεια και αβρότητα των Γάλλων
    Η πτώση του ηθικού είναι εμφανής και στον τρόπο συμπεριφοράς των Γάλλων. Η γαλατική ευγένεια έχει σχεδόν εκλείψει, κατήφεια κυριαρχεί στις καθημερινές συναλλαγές (Εφημερίδα "Ελευθεροτυπία", 5-5-2010)

  Μεταφράσεις επεξεργασία