Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βοτανίζω < (ελληνιστική κοινήβοτανίζω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vo.taˈni.zo/

  Ρήμα επεξεργασία

βοτανίζω (παθητική φωνή: βοτανίζομαι)

Αντώνυμα επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία