Ετυμολογία

επεξεργασία
βολύμιον < μολύβι με αντιμετάθεση. Δείτε και το ελληνιστικό μολύβιον.

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

βολύμιον ουδέτερο

Παράγωγα

επεξεργασία