Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βλαστήμησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
βλαστήμησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
βλαστημώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
βλαστημώ