βιτρώ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
βιτρώ ουδέτερο άκλιτο
- μορφή ζωγραφικής σε γυαλί που επιτρέπει στο φως να το διαπερνά
- το χρωματισμένο γυαλί που χρησιμοποιείται για να κατασκευάσει κανείς διακοσμημένα παράθυρα ή άλλα αντικείμενα, τα οποία διαπερνά το φως
Δείτε επίσης επεξεργασία
- βιτρώ στη Βικιπαίδεια