βενεδικτίνος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βενεδικτίνος < Βενέδικτος
Επίθετο επεξεργασία
βενεδικτίνος
- που ανήκει στην τάξη του αγίου Βενεδίκτου
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
βενεδικτίνος
βενεδικτίνος