→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
βαλικιώτης < ϝαλ- + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

βαλικιώτης αρσενικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία