Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βαθύτατα υπερθετικός βαθμός του βαθιά, βαθύτατ(ος) +

  Επίρρημα επεξεργασία

βαθύτατα

  1. εξαιρετικά βαθιά
  2. εντονότατα
    λυπούμαι βαθύτατα

  Μεταφράσεις επεξεργασία