βαθμός προτεραιότητας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βαθμός προτεραιότητας < → δείτε τις λέξεις βαθμός και προτεραιότητα
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
βαθμός προτεραιότητας αρσενικό
- (νομικός όρος): μέτρο ταχύτητας διαβίβασης εγγράφων και περισσότερο σημάτων - τηλεγραφημάτων που συνοδεύεται από τον χαρακτηρισμό τους ως «επείγον», «εξαιρετικά επείγον» κ.α.
Μεταφράσεις επεξεργασία
βαθμός προτεραιότητας
|