Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βάσει συγκειμένου < → δείτε τις λέξεις βάσει και συγκείμενο, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική context-sensitive

  Έκφραση επεξεργασία

βάσει συγκειμένου

  • (πληροφορική, GUI) context-sensitive: λειτουργία που εξαρτάται από τα περιεχόμενα της οθόνης
    οπτική παρουσίαση βάσει συγκειμένου, βοήθεια βάσει συγκειμένου

  Μεταφράσεις επεξεργασία