Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αἰεὶ ἐσόμενα < επίρρημα αἰεί < αεί & ἐσόμενος (μετοχή μέλλοντα του εἰμί)

  Έκφραση επεξεργασία

αἰεὶ ἐσόμενα

  Αναφορές επεξεργασία