αἰέλουρος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αἰέλουρος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίααἰέλουρος, -ου αρσενικό ή θηλυκό
- ιωνικός & ποιητικός τύπος του αἴλουρος
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 67.1
- ἀπάγονται δὲ οἱ αἰέλουροι ἀποθανόντες ἐς ἱρὰς στέγας, ἔνθα θάπτονται ταριχευθέντες, ἐν Βουβάστι πόλι·
- Τις γάτες που ψοφούν τις πηγαίνουν σε ιερά κτίρια, στην πόλη Βούβαστη, και τις θάβουν αφού τις ταριχεύσουν·
- Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- ἀπάγονται δὲ οἱ αἰέλουροι ἀποθανόντες ἐς ἱρὰς στέγας, ἔνθα θάπτονται ταριχευθέντες, ἐν Βουβάστι πόλι·
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 66.4
- ἐν ὁτέοισι δ᾽ ἂν οἰκίοισι αἰέλουρος ἀποθάνῃ ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου, οἱ ἐνοικέοντες πάντες ξυροῦνται τὰς ὀφρύας μούνας, παρ᾽ ὁτέοισι δ᾽ ἂν κύων, πᾶν τὸ σῶμα καὶ τὴν κεφαλήν.
- Και σε όποιο σπίτι πεθάνει γάτα από φυσικό θάνατο, οι κάτοικοί του όλοι ξυρίζουν τα φρύδια τους μόνο, ενώ σε όποιο πεθάνει σκύλος, ξυρίζουν όλο τους το σώμα και το κεφάλι.
- Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- ἐν ὁτέοισι δ᾽ ἂν οἰκίοισι αἰέλουρος ἀποθάνῃ ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου, οἱ ἐνοικέοντες πάντες ξυροῦνται τὰς ὀφρύας μούνας, παρ᾽ ὁτέοισι δ᾽ ἂν κύων, πᾶν τὸ σῶμα καὶ τὴν κεφαλήν.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 66.1
- πολλῶν δὲ ἐόντων ὁμοτρόφων τοῖσι ἀνθρώποισι θηρίων πολλῷ ἂν ἔτι πλέω ἐγίνετο, εἰ μὴ κατελάμβανε τοὺς αἰελούρους τοιάδε. ἐπεὰν τέκωσι αἱ θήλεαι, οὐκέτι φοιτῶσι παρὰ τοὺς ἔρσενας· οἱ δὲ διζήμενοι μίσγεσθαι αὐτῇσι οὐκ ἔχουσι.
- Τα ζώα που ζουν μαζί με τους ανθρώπους είναι ήδη πολλά, αλλά θα ήταν ακόμη περισσότερα αν με τα γατιά δεν συνέβαινε το εξής: τα θηλυκά, μόλις γεννήσουν, δεν πλησιάζουν πια τα αρσενικά· τα αρσενικά θέλουν να σμίξουν με τα θηλυκά αλλά δεν έχουν τον τρόπο·
- Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- πολλῶν δὲ ἐόντων ὁμοτρόφων τοῖσι ἀνθρώποισι θηρίων πολλῷ ἂν ἔτι πλέω ἐγίνετο, εἰ μὴ κατελάμβανε τοὺς αἰελούρους τοιάδε. ἐπεὰν τέκωσι αἱ θήλεαι, οὐκέτι φοιτῶσι παρὰ τοὺς ἔρσενας· οἱ δὲ διζήμενοι μίσγεσθαι αὐτῇσι οὐκ ἔχουσι.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 67.1
Πηγές
επεξεργασία- αἴλουρος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- αἰέλουρος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.