Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αχώντας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Μετοχή
επεξεργασία
αχώντας
άκλιτο
(
ιδιωματικό
)
μετοχή
ενεργητικού
ενεστώτα
του ρήματος
αχώ