Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αφηγηθώ

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αφηγούμαι
  2. θα αφηγηθώ: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αφηγούμαι