Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αυτοπροσωπογραφούμαι < αυτοπροσωπογράφος + -ούμαι

  Ρήμα επεξεργασία

αυτοπροσωπογραφούμαι

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία