αρματώνομαι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
αρματώνομαι
- παθητική φωνή του ρήματος αρματώνω
Κλίση επεξεργασία
Παθητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | αρματώνομαι | αρματωνόμουν(α) | θα αρματώνομαι | να αρματώνομαι | ||
β' ενικ. | αρματώνεσαι | αρματωνόσουν(α) | θα αρματώνεσαι | να αρματώνεσαι | (αρματώνου) | |
γ' ενικ. | αρματώνεται | αρματωνόταν(ε) | θα αρματώνεται | να αρματώνεται | ||
α' πληθ. | αρματωνόμαστε | αρματωνόμαστε αρματωνόμασταν |
θα αρματωνόμαστε | να αρματωνόμαστε | ||
β' πληθ. | αρματώνεστε | αρματωνόσαστε αρματωνόσασταν |
θα αρματώνεστε | να αρματώνεστε | (αρματώνεστε) | |
γ' πληθ. | αρματώνονται | αρματώνονταν αρματωνόντουσαν |
θα αρματώνονται | να αρματώνονται | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | αρματώθηκα | θα αρματωθώ | να αρματωθώ | αρματωθεί | ||
β' ενικ. | αρματώθηκες | θα αρματωθείς | να αρματωθείς | αρματώσου | ||
γ' ενικ. | αρματώθηκε | θα αρματωθεί | να αρματωθεί | |||
α' πληθ. | αρματωθήκαμε | θα αρματωθούμε | να αρματωθούμε | |||
β' πληθ. | αρματωθήκατε | θα αρματωθείτε | να αρματωθείτε | αρματωθείτε | ||
γ' πληθ. | αρματώθηκαν αρματωθήκαν(ε) |
θα αρματωθούν(ε) | να αρματωθούν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | έχω αρματωθεί | είχα αρματωθεί | θα έχω αρματωθεί | να έχω αρματωθεί | αρματωμένος | |
β' ενικ. | έχεις αρματωθεί | είχες αρματωθεί | θα έχεις αρματωθεί | να έχεις αρματωθεί | ||
γ' ενικ. | έχει αρματωθεί | είχε αρματωθεί | θα έχει αρματωθεί | να έχει αρματωθεί | ||
α' πληθ. | έχουμε αρματωθεί | είχαμε αρματωθεί | θα έχουμε αρματωθεί | να έχουμε αρματωθεί | ||
β' πληθ. | έχετε αρματωθεί | είχατε αρματωθεί | θα έχετε αρματωθεί | να έχετε αρματωθεί | ||
γ' πληθ. | έχουν αρματωθεί | είχαν αρματωθεί | θα έχουν αρματωθεί | να έχουν αρματωθεί |
Μεταφράσεις επεξεργασία
αρματώνομαι
|