αριθμούμαι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρήμα επεξεργασία
αριθμούμαι
- παθητική φωνή του ρήματος αριθμώ
Κλίση επεξεργασία
Παθητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | αριθμούμαι | αριθμούμουν | θα αριθμούμαι | να αριθμούμαι | ||
β' ενικ. | αριθμείσαι | αριθμούσουν | θα αριθμείσαι | να αριθμείσαι | ||
γ' ενικ. | αριθμείται | αριθμούνταν | θα αριθμείται | να αριθμείται | ||
α' πληθ. | αριθμούμαστε | αριθμούμασταν αριθμούμαστε |
θα αριθμούμαστε | να αριθμούμαστε | ||
β' πληθ. | αριθμείστε | αριθμούσασταν αριθμούσαστε |
θα αριθμείστε | να αριθμείστε | αριθμείστε | |
γ' πληθ. | αριθμούνται | αριθμούνταν | θα αριθμούνται | να αριθμούνται | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | αριθμήθηκα | θα αριθμηθώ | να αριθμηθώ | αριθμηθεί | ||
β' ενικ. | αριθμήθηκες | θα αριθμηθείς | να αριθμηθείς | αριθμήσου | ||
γ' ενικ. | αριθμήθηκε | θα αριθμηθεί | να αριθμηθεί | |||
α' πληθ. | αριθμηθήκαμε | θα αριθμηθούμε | να αριθμηθούμε | |||
β' πληθ. | αριθμηθήκατε | θα αριθμηθείτε | να αριθμηθείτε | αριθμηθείτε | ||
γ' πληθ. | αριθμήθηκαν αριθμηθήκαν(ε) |
θα αριθμηθούν(ε) | να αριθμηθούν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | έχω αριθμηθεί | είχα αριθμηθεί | θα έχω αριθμηθεί | να έχω αριθμηθεί | αριθμημένος | |
β' ενικ. | έχεις αριθμηθεί | είχες αριθμηθεί | θα έχεις αριθμηθεί | να έχεις αριθμηθεί | ||
γ' ενικ. | έχει αριθμηθεί | είχε αριθμηθεί | θα έχει αριθμηθεί | να έχει αριθμηθεί | ||
α' πληθ. | έχουμε αριθμηθεί | είχαμε αριθμηθεί | θα έχουμε αριθμηθεί | να έχουμε αριθμηθεί | ||
β' πληθ. | έχετε αριθμηθεί | είχατε αριθμηθεί | θα έχετε αριθμηθεί | να έχετε αριθμηθεί | ||
γ' πληθ. | έχουν αριθμηθεί | είχαν αριθμηθεί | θα έχουν αριθμηθεί | να έχουν αριθμηθεί |
Μεταφράσεις επεξεργασία
αριθμούμαι
|