Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποσκλήρανε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
αποσκλήρανε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
αποσκληραίνω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
αποσκληραίνω