Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

απορρεύσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απορρέω
  2. θα απορρεύσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απορρέω