Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αποκρύψει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος αποκρύπτω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποκρύπτω
  3. θα αποκρύψει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποκρύπτω