Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αποκαρδιώσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος αποκαρδιώνω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποκαρδιώνω
  3. θα αποκαρδιώσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποκαρδιώνω