Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

αποδεχτείς

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποδέχομαι
  2. θα αποδεχτείς: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποδέχομαι