απασχολήσει
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
απασχολήσει
- απαρέμφατο αορίστου του ρήματος απασχολώ
- θα απασχολήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απασχολώ
- να απασχολήσει: γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απασχολώ