Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

απαλλάξετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απαλλάσσω
  2. θα απαλλάξετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απαλλάσσω