απέλθετε
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
απέλθετε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απέρχομαι
- θα απέλθετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απέρχομαι
- β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος απέρχομαι