Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
απέλασε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
απέλασε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
απελαύνω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
απελαύνω