απρόσωπες εγκλίσεις
|
απαρέμφατο (αόριστος)
|
ανωνυμογραφήσει
|
μετοχή (ενεστώτας)
|
ανωνυμογραφώντας
|
προσωπικές εγκλίσεις
|
πρόσωπο
|
ενικός
|
πληθυντικός
|
πρώτο
|
δεύτερο
|
τρίτο
|
πρώτο
|
δεύτερο
|
τρίτο
|
οριστική
|
εγώ
|
εσύ
|
αυτός
|
εμείς
|
εσείς
|
αυτοί
|
μονολεκτικοί χρόνοι
|
ενεστώτας
|
ανωνυμογραφώ
|
ανωνυμογραφείς
|
ανωνυμογραφεί
|
ανωνυμογραφούμε
|
ανωνυμογραφείτε
|
ανωνυμογραφούν
|
παρατατικός
|
ανωνυμογραφούσα
|
ανωνυμογραφούσες
|
ανωνυμογραφούσε
|
ανωνυμογραφούσαμε
|
ανωνυμογραφούσατε
|
ανωνυμογραφούσαν
|
αόριστος
|
ανωνυμογράφησα
|
ανωνυμογράφησες
|
ανωνυμογράφησε
|
ανωνυμογραφήσαμε
|
ανωνυμογραφήσατε
|
ανωνυμογράφησαν
|
περιφραστικοί χρόνοι
|
εξακολουθητικός μέλλοντας
|
θα ανωνυμογραφώ
|
θα ανωνυμογραφείς
|
θα ανωνυμογραφεί
|
θα ανωνυμογραφούμε
|
θα ανωνυμογραφείτε
|
θα ανωνυμογραφούν
|
στιγμιαίος μέλλοντας
|
θα ανωνυμογραφήσω
|
θα ανωνυμογραφήσεις
|
θα ανωνυμογραφήσει
|
θα ανωνυμογραφήσουμε
|
θα ανωνυμογραφήσετε
|
θα ανωνυμογραφήσουν
|
παρακείμενος α'
|
έχω ανωνυμογραφήσει
|
έχεις ανωνυμογραφήσει
|
έχει ανωνυμογραφήσει
|
έχουμε ανωνυμογραφήσει
|
έχετε ανωνυμογραφήσει
|
έχουν ανωνυμογραφήσει
|
παρακείμενος β'
|
-
|
-
|
-
|
-
|
-
|
-
|
υπερσυντέλικος α'
|
είχα ανωνυμογραφήσει
|
είχες ανωνυμογραφήσει
|
είχε ανωνυμογραφήσει
|
είχαμε ανωνυμογραφήσει
|
είχατε ανωνυμογραφήσει
|
είχαν ανωνυμογραφήσει
|
υπερσυντέλικος β'
|
-
|
-
|
-
|
-
|
-
|
-
|
συντελεσμένος μέλλοντας α'
|
θα έχω ανωνυμογραφήσει
|
θα έχεις ανωνυμογραφήσει
|
θα έχει ανωνυμογραφήσει
|
θα έχουμε ανωνυμογραφήσει
|
θα έχετε ανωνυμογραφήσει
|
θα έχουν ανωνυμογραφήσει
|
συντελεσμένος μέλλοντας β'
|
-
|
-
|
-
|
-
|
-
|
-
|
υποτακτική
|
εγώ
|
εσύ
|
αυτός
|
εμείς
|
εσείς
|
αυτοί
|
περιφραστικοί χρόνοι
|
ενεστώτας
|
να ανωνυμογραφώ
|
να ανωνυμογραφείς
|
να ανωνυμογραφεί
|
να ανωνυμογραφούμε
|
να ανωνυμογραφείτε
|
να ανωνυμογραφούν
|
αόριστος
|
να ανωνυμογραφήσω
|
να ανωνυμογραφήσεις
|
να ανωνυμογραφήσει
|
να ανωνυμογραφήσουμε
|
να ανωνυμογραφήσετε
|
να ανωνυμογραφήσουν
|
παρακείμενος α'
|
να έχω ανωνυμογραφήσει
|
να έχεις ανωνυμογραφήσει
|
να έχει ανωνυμογραφήσει
|
να έχουμε ανωνυμογραφήσει
|
να έχετε ανωνυμογραφήσει
|
να έχουν ανωνυμογραφήσει
|
παρακείμενος β'
|
-
|
-
|
-
|
-
|
-
|
-
|
προστακτική
|
-
|
(εσύ)
|
-
|
-
|
(εσείς)
|
-
|
μονολεκτικοί χρόνοι
|
ενεστώτας
|
|
ανωνυμογράφει
|
|
|
ανωνυμογραφείτε
|
|
αόριστος
|
|
ανωνυμογράφησε
|
|
|
ανωνυμογραφήστε
|
|
|