αντιστρεπτική ράβδος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αντιστρεπτική ράβδος < αντιστρεπτική + ράβδος
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίααντιστρεπτική ράβδος θηλυκό
- (προφορικό) ράβδος που συνδέει τις αναρτήσεις των τροχών στον ίδιο άξονα με το πλαίσιο / σασί του αυτοκινήτου
Συνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αντιστρεπτική ράβδος
|