Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αντιπάλεψε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
αντιπάλεψε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
αντιπαλεύω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
αντιπαλεύω